Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2012

Ο Χομπσμπάουμ για την καθαρεύουσα


…όπου υπάρχει ή φαίνεται να υπάρχει συνέχεια μεταξύ του πρωτο-εθνικισμού και του σύγχρονου εθνικισμού είναι πολύ πιθανόν αυτή να είναι τεχνητή. […] Μερικές φορές, πράγματι, μπορούμε να δούμε την ολική ασυμφωνία μεταξύ πρωτο-εθνικισμού και σύγχρονου εθνικισμού, ακόμα κι όταν συνυπάρχουν ταυτοχρόνως και σε συνδυασμό. Οι λόγιοι υπέρμαχοι και οργανωτές του ελληνικού εθνικισμού στις απαρχές του δέκατου ένατου αιώνα εμπνέονταν αναμφιβόλως από τη σκέψη της αρχαίας ελληνικής δόξας, η οποία ξεσήκωνε και τον ενθουσιασμό των μορφωμένων, δηλαδή με κλασική παιδεία, φιλελλήνων στο εξωτερικό. Και η εθνική λόγια γλώσσα που κατασκευάστηκε από αυτούς και γι’ αυτούς, η καθαρεύουσα, ήταν και είναι ένα πομπώδες νεοκλασικό ιδίωμα που επεδίωκε να επαναφέρει πίσω στην αληθινή τους κληρονομιά τη γλώσσα των απογόνων του Θεμιστοκλή και του Περικλή που η σκλαβιά δύο χιλιάδων ετών την είχε αλλοιώσει. Αλλά οι πραγματικοί Έλληνες οι οποίοι σήκωσαν τα όπλα για αυτό που κατέληξε να γίνει ο σχηματισμός ενός νέου ανεξάρτητου εθνικού κράτους, δεν μιλούσαν την αρχαία ελληνική περισσότερο απ’ όσο μιλούσαν οι Ιταλοί τη λατινική γλώσσα. Μιλούσαν και έγραφαν στη δημοτική. Ο Περικλής, ο Αισχύλος, ο Ευρυπίδης και οι δόξες της αρχαίας Σπάρτης και Αθήνας δεν σήμαιναν πολλά, αν σήμαιναν κάτι, για αυτούς, και στην περίπτωση που τους είχαν ακουστά δεν θεωρούσαν ότι είχαν σχέση με αυτούς. Παραδόξως, αντιπροσώπευαν τη Ρώμη παρά την Ελλάδα (ρωμιοσύνη), δηλαδή θεωρούσαν τους εαυτούς τους κληρονόμους της εκχριστιανισμένης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (δηλαδή του Βυζαντίου). Πολεμούσαν ως χριστιανοί εναντίον των άπιστων μουσουλμάνων, ως ρωμαίοι εναντίον των τουρκικών σκυλιών.

E. J. Hobsbawm, Έθνη και Εθνικισμός από το 1780 μέχρι σήμερα, εκδόσεις Καρδαμίτσα, Αθήνα, 1994 σελ.111-112