Κυριακή 28 Μαρτίου 2010

Οι λέξεις και τα πράγματα (Γιώργος Βελουδής)

[...] Η επιστημονική ανεπάρκεια παρασύρει σ' ένα «γλωσσικό φετιχισμό»: Η γλώσσα «αυτή καθ' εαυτήν», αποκομμένη από την ιστορικοκοινωνική της πραγματικότητα, αξιοποιείται για την εξυπηρέτηση ενός δίδυμου «εθνικού» ιδεολογήματος: α) «Εμείς» (οι Έλληνες) τα δώσαμε στους Ευρωπαίους («δάνεια») - αυτοί «μας» τα επιστρέφουν («αντιδάνεια»)• β) αδιάσπαστη «εθνική» συνέχεια 3.000 χρόνων!

Το ζήτημα των (αντι)δανείων της νέας ελληνικής είχε θέσει ήδη στα 1905 ο Μ. Τριανταφυλλίδης σε μια συστηματικότατη μελέτη του («Ξενηλασία ή ισοτέλεια»), που ήταν ώριμος καρπός της γερμανικής γλωσσολογικής παιδείας του.

Το πρώτο μεγάλο κύμα της επίδρασης της αρχαίας ελληνικής στη λατινική και τις γλώσσες της Ανατολής ήταν απόρροια των κατακτήσεων του Μεγάλου Αλεξάνδρου• αντίστοιχα, η επίδραση της λατινικής οφειλόταν στις ρωμαϊκές κατακτήσεις στη Δύση και στην Ανατολή. Η τεράστια και μακραίωνη επίδραση της λατινικής καταφαίνεται από τη γονιμοποίηση πολλών από τις νεότερες «εθνικές» γλώσσες της Ευρώπης (γαλλική, ιταλική, ισπανική, πορτογαλική, ρουμανική κ.ά.), που εξαπλώθηκαν, με την αποικιοκρατία, στην Αμερική, την Ασία και την Αφρική, ενώ η αρχαία ελληνική άφησε μόνο μια θυγατέρα, τη νεοελληνική, γλώσσα ενός μικροσκοπικού κλάσματος του παγκόσμιου πληθυσμού.

Η «επίδραση» της αρχαίας ελληνικής και της λατινικής στις νεότερες ευρωπαϊκές γλώσσες δεν οφείλεται βέβαια σε καμμιάν ιστορική κυριαρχία της αρχαίας Ελλάδας και της Ρώμης πάνω στις νεότερες χώρες της Ευρώπης, αλλά, αντίθετα, στην ανακάλυψη και αξιοποίηση των αρχαίων Ελλήνων και Ρωμαίων συγγραφέων από τους ουμανιστές και τους κλασικιστές λογίους από την Αναγέννηση ώς τον 20ό αιώνα -και σ' αυτούς οφείλεται η έκδοση των Ελλήνων και Ρωμαίων συγγραφέων και η συγγραφή των πρώτων λεξικών και γραμματικών της αρχαίας ελληνικής και λατινικής• απ' αυτούς, τους «Ευρωπαίους», τα παρέλαβαν οι νεότεροι Ελληνες και δεν τα «κληρονόμησαν» από τους «αρχαίους προγόνους» τους.

Έτσι, και τα (αντι) δάνεια της νέας ελληνικής από τις μεγάλες ευρωπαϊκές γλώσσες (γαλλικά, γερμανικά, αγγλικά) από το 19ο αιώνα μέχρι σήμερα, που «συνόδευαν» τη φιλοσοφία, τις επιστήμες και τις τέχνες, την τεχνολογία και τα προϊόντα της υλικής και πνευματικής παραγωγής, οφείλονταν στην οικονομική, πολιτική και πολιτιστική επικυριαρχία των μεγάλων Δυνάμεων της Ευρώπης και της Αμερικής πάνω στη μικρή, καθυστερημένη και εξαρτημένη Ελλάδα - οι λέξεις δεν «ταξίδευαν» ποτέ μόνες τους από τη μια γλώσσα στην άλλη. Δύο παραδείγματα: α) τα (αντι)δάνεια φωνογράφος < γαλλ. phonographe, φωτογραφία < γαλλ. photographie, αυτοκίνητο < γαλλ. automobile, τηλέγραφος < γαλλ. telegraphe: οι λέξεις ελληνικές - τα «πράγματα» ξένα, β) τα (αντι)δάνεια της ελληνικής από την τουρκική γλώσσα τεφτέρι < αρχ. ελλην. διφθέρα, μπαξίσι, μουσακάς, μπριάμι, Καραγκιόζης και οι άλλες, περί τις 2.200 λέξεις τουρκικής καταγωγής (Κ. Κουκκίδης, «Λεξιλόγιον ελληνικών λέξεων παραγομένων εκ της τουρκικής γλώσσης», 1960) συνόδευαν «απλά» τα υλικά και πολιτισμικά «προϊόντα» που ήρθαν στον ελληνόφωνο χώρο κατά τη μακραίωνη οθωμανική (τουρκική) κυριαρχία. Επομένως, ο εξοστρακισμός των ξένων λέξεων από τα νέα ελληνικά και η αντικατάστασή τους από ελληνικούς νεολογισμούς δεν είναι παρά μια ιδεολογική σκιαμαχία - η πραγματικότητα παραμένει η ίδια: Όταν οι πατάτες δεν είναι καλές και νόστιμες, δεν πρόκειται να γίνουν καλύτερα τα γεώμηλα - και όποιος είναι μπούφος στο Ίντερνετ αποκλείεται να γίνει ξεφτέρι στο Διαδίκτυο!
Γιώργος Βελουδής
καθηγητής της Νεοελληνικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
στην Ελευθεροτυπία, Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2010

Τετάρτη 17 Μαρτίου 2010

βλέπουμε τα πέναλτι από τον καναπέ...

Με αφορμή τα προηγούμενο ποστ επανερχόμαστε για να δούμε τις λέξεις πέναλτι και καναπές, που από το σχολικό βιβλίο θεωρούνται αντιδάνεια.

Θυμίζουμε ότι στο σχολικό βιβλίο επιλέγεται διατύπωση που οδηγεί – όχι μόνο τους ανυποψίαστους μαθητές αλλά και το συνάδελφο που δεν θα ψάξει -, σχεδόν αβίαστα στην εξής παρεξήγηση: ότι οποιαδήποτε ξένη λέξη χρησιμοποιείται στα νέα ελληνικά ως δάνειο και η απώτατη καταγωγή της μορφής της βρίσκεται στα αρχαία ελληνικά θεωρείται αυτόματα ελληνική, παρά το γεγονός ότι έχει υιοθετήσει όχι μόνον άλλη μορφή αλλά και άλλη σημασία.

Έτσι μοιάζει παράδοξο να θεωρείται (πάντοτε σύμφωνα με το βιβλίο) η λέξη πέναλτι ελληνική, όταν η μορφή της λέξης δεν έχει καμία σχέση με το ελληνικό κλιτικό σύστημα αλλά και η σημασία της αφορά ένα παιχνίδι που ήρθε από την Αγγλία. Όμως, ας φύγουμε από την αίσθηση του παράδοξου και ας ψάξουμε στα λεξικά.

1. Το Λεξικό της κοινής νεοελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών ΑΠΘ (1998) (ΛΚΝ) ετυμολογεί τη λέξη από το αγγλικό penalty.

2. Το Λεξικό νέας ελληνικής γλώσσας (Μπαμπινιώτη), Κέντρο Λεξικολογίας (β΄ έκδοση 2002): (ΛΜ) αφού δίνει τρεις ερμηνείες, όλες σχετικές με το ποδόσφαιρο, και αντίστοιχες φράσεις, συνεχίζει:
ΣΧΟΛΙΟ λ. αντιδάνειο. [ΕΤΥΜ. Αντιδάν. < αγγλ. penalty «ποινή. τιμωρία» < μεσν. λατ. poenalitas < λατ. poena < αρχ. ποινή] [Αυτά είχαμε δει στο ποστ Αρχαία ελληνικά στην Α΄ γυμνάσιου: Ένα μάθημα συνεχίζει να… απολογείται! (σελίδα 9) και επισημάναμε την ασυμφωνία των δύο λεξικών]

Συνεχίζουμε. Η ετυμολογία της λέξης, σύμφωνα με το ΛΜ, οδηγεί στο αρχαίο ελληνικό «ποινή» και πολλοί θα αντιτείνουν ότι μεταφορικά το πέναλτι συνιστά ποινή όπως και η αρχαία ποινή που ήταν χρηματική για φόνο, ώστε ο φονιάς να απαλλαχτεί από κάθε διωγμό (Παρεμπιπτόντως, σκοτώνω, πληρώνω και ησυχάζω! Να κάτι ενδιαφέρον για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό που συνηθίζουμε να βλέπουμε μονόπλευρα). Όμως, γιατί να σταματήσουμε στο σημείο αυτό; Η αρχαία ελληνική έχει και αυτή προηγούμενο γλωσσικό παρελθόν και αλληλεπιδράσεις με άλλες γλώσσες. Ή μήπως όχι; Επειδή, όμως, δεν υπήρχε... πέναλτι στην αρχαιότητα, ψάχνουμε τη λέξη ποινή, από την οποία προέρχεται η μορφή της.

3. Το Ετυμολογικό λεξικό της αρχαίας ελληνικής του J.B. Hofman (Αθήνα 1974) αναφέρει την ινδοευρωπαϊκή ρίζα της λέξης και ανάλογες λέξεις στα λιθουανικά, τα σλαβικά, τα μεσαιωνικά ιρλανδικά και την λέξη στα αρχαία ινδικά.

4. Πάμε και στον Σταματάκο, Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσης, Αθήνα 1994 και στο λήμμα ποινή σελ. 806. Στην ετυμολογία, ανάμεσα στα άλλα αναφέρει ότι: άλλοι τέλος ανάγουσι την λ. εις τη ρ. pÛ (=λατ. purum facere).

5. Το Liddell – Scott φαίνεται ότι είναι η πηγή του Σταματάκου.

6. Το θέμα συζητήσαμε και στο σάιτ Λεξιλογία και απ’ ότι φαίνεται δε βγαίνει συμπέρασμα για την άποψη που έχουν οι Άγγλοι (οι οποίοι αποδέχονται την προέλευση της λέξης penal από την ελληνική ποινή).

7. Ο Νίκος Σαραντάκος είχε ασχοληθεί στον ιστότοπό του με τη λέξη. Εκεί γράφει: «Λοιπόν, η λέξη πέναλτι είναι αγγλικό δάνειο: penalty». Παρακάτω, όμως, συνεχίζει: «η λέξη πέναλτι έχει απώτερη αρχή ελληνική, επομένως μπορεί να θεωρηθεί αντιδάνειο». Τέλος, καταλήγει «Η διαδρομή του αντιδανείου δηλαδή είναι: ποινή > poena > poenalis, poenalitas > αγγλ. penality, penalty > πέναλτι». Το ίδιο κείμενο αναδημοσιεύει στο ιστολόγιό του. Στο κείμενο γίνεται αναφορά στο Λεξικό Τριανταφυλλίδη (Λεξικό κοινής νεοελληνικής), αλλά όχι αναφορά στην ετυμολογία που δίνεται εκεί από τον Ε. Πετρούνια.

Ημίχρονο...


Το ίδιο και για τη λέξη καναπές, που παρά την μορφολογική του ελληνοποίηση, είναι ένα έπιπλο όχι μόνο άγνωστο στην αρχαιοελληνική πραγματικότητα αλλά και προερχόμενο από τη δυτική κουλτούρα.

1. Το ΛΚΝ ετυμολογεί τη λέξη ως αντιδάνειο και φτάνει ως τα ελληνιστικά χρόνια. Συγκεκριμένα: [αντδ. < γαλλ. canapὐ (στη νέα σημ.) -ς < μσνλατ. canapeum < λατ. conopeum ( [-nopé-] ) < conopeum ( [-nópe-] ) < ελνστ. κωνώπιον `ντιβάνι με κουνουπιέρα΄]

2. Το ΛΜ προχωρά πιο πίσω. ΣΧΟΛΙΟ λ. αντιδάνειο. [ΕΤΥΜ. Αντιδάν. < γαλλ. canapé < μεσν. λατ. canopeum «κουνουπιέρα» < μτγν. κωνώπιον «κρεβάτι με κουνουπιέρα». υποκ του αρχ. κώνωψ «κουνούπι»]. Ο Ε. Πετρούνιας σταματά στην ελληνιστική εποχή (αυτό έχει την εξήγησή του, εφόσον η σημερινή κοινή νεοελληνική προέρχεται από την ελληνιστική γλώσσα μετά τις σημαντικές αλλαγές που υπέστη η κλασική αρχαία γλώσσα εξαιτίας της διεθνοποίησής της) , ο Μπαμπινιώτης συνεχίζει πιο πίσω στο χρόνο. Ακολουθούμε την πορεία και πάμε να δούμε

3. τι γράφει πρώτα ο Hofman, όπου ο «κώνωψ: εκ του καν- και τούτο εκ της αιγυπτιακής πόλεως Canopus > conopium, -eum: ξένη λέξις»
δηλαδή, από τα αιγυπτιακά στα λατινικά και από κει στα αρχαία ελληνικά!

4. και ο Σταματάκος:
κωνωπεῖον= κωνωπεών, λατ. conopium και
κώνωψ, λατ. culex [σκοτ. ετυμολογία]

5. Το Liddell – Scott ερμηνεύει τη λέξη κωνωπεῖον ως αιγυπτιακή κλίνη ή ανάκλιντρο μετά παραπετασμάτων διά τους κώνωπας και αναφέρει και το λατινικό conopium.

Συνοψίζουμε:
Και τα δύο παραδείγματα επομένως δεν είναι ελληνικές αλλά ξένες λέξεις δάνεια. Η μορφή τους, μπορεί βέβαια να αναχθεί στην αρχαία ελληνική γλώσσα, μπορεί όμως και στα ινδοευρωπαϊκά, στα λατινικά, στα αιγυπτιακά... Ωστόσο, τα πράγματα στα οποία αναφέρονται ανάγονται στη γλώσσα του πολιτισμού που τα παρήγαγε. Έτσι, το πέναλτι αναφέρεται στο ποδόσφαιρο, επινόηση των Άγγλων και ο καναπές μπορεί να φτάσει ως τα ελληνιστικά χρόνια, της Κλεοπάτρας και του Αντώνιου, γιατί, αν θέλουμε να πάμε πιο πίσω, μάλλον θα μπλέξουμε με τους... Φαραώ! Δε μπορούμε να εμμένουμε στη φορμαλιστική προσέγγιση της ετυμολογίας που αγνοεί τη σημασία. Δεν μπορούν να υπάρχουν οι λέξεις χωρίς τα πράγματα που σημαίνουν.

Το σχολικό βιβλίο, λοιπόν, χρησιμοποιεί τις δυο αυτές λέξεις για να επιβεβαιώσει την προλογική διακήρυξη «ότι η γλώσσα που μιλάμε σήμερα είναι ο κατ’ ευθείαν απόγονος εκείνης της μορφής της ελληνικής γλώσσας που μιλιόταν εδώ στον ίδιο χώρο πριν από τουλάχιστον 2.500 χρόνια». Μόνο που διάλεξε δυο ατυχή παραδείγματα...





Σωτήρης Γκαρμπούνης
Βασίλης Συμεωνίδης

Δευτέρα 8 Μαρτίου 2010

Αρχαία ελληνικά στην Α΄ γυμνάσιου: Ένα μάθημα… ολοκληρώνει την απολογία του! (σελίδα 9)

Με αφετηρία το τέλος του προηγούμενου ποστ θα ήταν ενδιαφέρον να δούμε άλλη μια προσπάθεια του βιβλίου της Α΄ γυμνασίου να πείσει τους 12χρονους μαθητές ότι η αρχαία ελληνική είναι ξεχωριστή και ιεραρχικά ανώτερη γλώσσα. Παρουσιάζεται, άρρητα, να αποτελεί αφετηρία χωρίς προηγούμενο γλωσσικό παρελθόν, χωρίς στοιχεία από προγενέστερες γλώσσες και χωρίς επιδράσεις. Αυτός ο πρότυπος και άχρονος χαρακτήρας της υπονοείται σα λόγος για τον οποίο οι μαθητές αξίζει και πρέπει να επενδύσουν στην εκμάθησή της.

Στο τέλος, λοιπόν, της σελ. 9 το βιβλίο ισχυρίζεται πως τα αντιδάνεια «… θεωρούνται δάνεια από ξένες [λέξεις], ενώ στην πραγματικότητα είναι ελληνικές λέξεις…»
Θα μπορούσε κανείς να πει πολλά, μια που το ζήτημα των δανείων είναι αρκετά ευρύ. Ωστόσο θα προσπαθήσουμε να περιοριστούμε σ’ αυτά που σχετίζονται με το βιβλίο και την εμπειρία της τάξης.

Πρώτα-πρώτα οφείλουμε να αμφισβητήσουμε ευθέως τον ισχυρισμό του βιβλίου και να διευκρινίσουμε ότι τα αντιδάνεια δεν είναι ελληνικές λέξεις. Πρόκειται στην πραγματικότητα για δάνεια από ξένες γλώσσες που μπήκαν στη γλώσσα μας τυχαία, χωρίς τη συνείδηση ότι έχουν ελληνική καταγωγή. Είναι χαρακτηριστικός και μόνο ο τίτλος της μελέτης της Α. Ιορδανίδου: «Το ταξίδι των λέξεων. Αντιδάνεια: Ξένες λέξεις με ελληνική καταγωγή. Αθήνα 2009».
Επίσης, πρέπει να διευκρινιστεί ότι πρόκειται για λέξεις οι οποίες έχουν υποστεί σημαντικές φωνητικές κλπ αλλαγές και φτάνουν στην ελληνική γλώσσα με αλλαγμένη σίγουρα τη μορφή και συχνά και τη σημασία τους (Παπαναστασίου). Επομένως, στην πραγματικότητα, οι λέξεις αυτές είναι ξένες και όχι ελληνικές.

Αν και θα ήταν σκόπιμο να αναρωτηθούμε γιατί θα πρέπει στους 12χρονους μαθητές να προβάλλουμε την «εθνική» ταυτότητα των λέξεων και μάλιστα με σημείο αναφοράς την αττική διάλεκτο, στο βαθμό που δεν έχουμε απαντήσει στο αναπόδραστο ερώτημα: ως ποιο χρονικό σημείο του παρελθόντος νομιμοποιούμαστε να φτάσουμε ετυμολογώντας μια λέξη; Αν η λογική του φορμαλισμού, που ανάγει τη μορφή μιας λέξης στο παρελθόν της γλώσσας, μας οδηγεί στην αρχαία ελληνική, μήπως μπορούμε να προχωρήσουμε και πιο πίσω στο χρόνο; ή να εξετάσουμε την περίπτωση η αγγλική να δανείστηκε από άλλη γλώσσα, συγγενική της αρχαίας ελληνικής, τη λέξη; Θα φτάσουμε και στην ινδοευρωπαϊκή προέλευση;
Μ’ άλλα λόγια, όταν η γλωσσολογική έρευνα αμφιταλαντεύεται όσον αφορά τα κριτήρια και την ταυτότητα των αντιδανείων, τότε στη σχολική τάξη, λόγω της επιστημονικής ανεπάρκειας διδασκόντων και διδασκομένων, μια παρόμοια προσέγγιση μόνο εθνοκεντρικά στερεότυπα αναπαράγει και τίποτε περισσότερο.

Η πρόθεση του βιβλίου να κάνει τελικά κατήχηση στους νεοφώτιστους μαθητές του γυμνασίου φαίνεται και από το γεγονός ότι παρουσιάζει το ζήτημα των αντιδανείων σαν να είναι σημαντικός άξονας στήριξης των άλλων γλωσσών, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για μια πολύ μικρή σε αριθμό ομάδα λέξεων (Πετρούνιας).
Επίσης πουθενά δεν διευκρινίζεται πως αντιδάνεια ονομάζονται μόνο οι λαϊκές λέξεις (Παπαναστασίου). Η επισήμανση αυτή είναι καίρια, αν σκεφτεί κανείς ότι με ιδιαίτερη ευκολία οι μαθητές αλλά και οι ανυποψίαστοι συνάδελφοι θεωρούν αντιδάνεια όλες τις λόγιες λέξεις που αφορούν κυρίως τις επιστήμες και πλάστηκαν από τους ξένους, π.χ. αρχαιολογία, αναρχισμός, δεσποτισμός, φωνογράφος, ανατομία κλπ. που είναι μεταφραστικά δάνεια (Πετρούνιας)
Ασχολίαστο, ακόμη, δεν μπορεί να μείνει το γεγονός ότι το βιβλίο αποσιωπά πως τα αντιδάνεια, ως φαινόμενο γλωσσικού δανεισμού, υπάρχουν και σε άλλες γλώσσες. Η διευκρίνιση αυτή μπορεί να ξεκαθαρίσει ως ένα βαθμό τη θολή εντύπωση που θέλει την ελληνική γλώσσα σαν μήτρα και αφετηρία των άλλων γλωσσών.

Τέλος, αιτία τουλάχιστον σύγχυσης αν όχι πρόθεση κατήχησης αποτελεί και η διατύπωση του βιβλίου: «…ταξίδεψαν και επέστρεψαν στον τόπο τους». Προφανώς δεν υπονοεί ότι ταξίδευαν μόνες τους. Ωστόσο, μια τέτοια διατύπωση αφήνει τη δυνατότητα να σκεφτεί κανείς ότι οι ξένοι τις επέλεξαν(!) για να εξυπηρετήσουν την «αδυναμία» της δικής τους γλώσσας να ανταποκριθεί στις ανάγκες τους. Σαν να μην έπαιξε κανένα ρόλο το ιστορικό πλαίσιο και οι συγκεκριμένες συνθήκες που διαμορφώνει η ίδια η ζωή και η δράση των ανθρώπων. Στους μικρούς μαθητές αυτή η ανιστορική και απροσδιόριστη παρουσία ελληνικών λέξεων σε άλλες γλώσσες δημιουργεί ή επιτείνει την μυθοποιημένη αντίληψη για την ελληνική και κυρίως βέβαια για την αρχαία εκδοχή της.

Το γεγονός, λοιπόν, ότι το συγκεκριμένο μάθημα προτάσσει τέτοιες κατηχήσεις επιβεβαιώνει τη ματαιότητά του αλλά και την εξωγλωσσική σκοπιμότητά του.

Σωτήρης Γκαρμπούνης
Βασίλης Συμεωνίδης